Ο ΚΑΚΤΟΣ, Ο ΒΕΔΟΥΙΝΟΣ ΚΑΙ Ο ΑΓΓΕΛΟΣ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Αυτή είναι μια ιστορία για το πώς απέκτησαν οι κάκτοι αγκάθια στον κορμό τους, γιατί στα πολύ παλιά δεν είχαν καθόλου. Επίσης μπορεί κάποιος να δει στην ιστορία πως όλοι στη ζωή έχουμε ένα σκοπό και εκεί που είμαστε τοποθετημένοι είναι γιατί πρέπει να μάθουμε κάτι.
Έρημος Σαχάρα. Η ζέστη ανυπόφορη. Κανείς σχεδόν δε ζει εκεί εκτός ίσως από κάποιους βεδουίνους και αυτοί κοντά σε οάσεις.
Η ιστορία μας ξεκινά με έναν κάκτο, έναν κάκτο που μισούσε τα πάντα και τους πάντες.
«Θεέ μου γιατί με έκανες κάκτο;;;Kαι γιατί με έβαλες εδώ στην απόλυτη μοναξιά μες στην έρημο της Σαχάρας;;; Σίγουρα με μισείς!!! Ε, λοιπόν και γω σε μισώ!!!» έλεγε και ξαναέλεγε ο κάκτος.
Μετά ξεσπούσαν δυνατές καταιγίδες της ερήμου.
«Ορίστε, πάλι τα ίδια!!! Τη μισώ αυτή τη κατάσταση!!! Πάλι θα σηκωθεί αμμοθύελλα!!! Τις μισώ τις αμμοθύελλες, τις μισώ!!!»
Όταν σταματούσαν οι αμμοθύελλες ξανάνιωθε ο κάκτος τον καυτό ήλιο της ερήμου ακόμα πιο έντονα.
«Μια ζωή καίγομαι. Τον μισώ αυτόν τον ήλιο!!!»
Το βράδυ, στην έρημο, έπεφτε κρύο κάτω από το μηδέν.
«Το μισώ το κρύο!!!» έλεγε πάλι ο κάκτος.
Κάποια μέρα είδε να τον πλησιάζει ένας βεδουίνος. Ο άνθρωπος αυτός σερνόταν κυριολεκτικά στη άμμο.
«Νερό…λίγο νερό να πιώ!!!»
Ο κάκτος κοιτούσε με απορία προς την μεριά του.
«Νερό..πεθαίνω….»
Ο κάκτος συνέχιζε να τον παρακολουθεί.
Κάποια στιγμή ο βεδουίνος, κατάφερε μετά από πολύ προσπάθεια να φτάσει μέχρι τον κάκτο.
«Δώσε μου το νερό σου, σε ικετεύω»
«Μισώ τους ανθρώπους!!! Είστε όλοι πολεμοχαρείς, άπληστοι και σκοτώνετε ο ένας τον άλλο για να λύσετε τις μικροδιαφορές σας. Δεν σκέφτεστε τιποτ’ άλλο παρά μόνο τον εαυτούλη σας. Έτσι έχω ακούσει και μάλλον είναι αλήθεια.»
«Σε ικετεύω…μα τον Αλλάχ!!! Θες να πεθάνω;;;
«Δε ξέρω. Πάντως άμα μου λείψει το νερό θα πεθάνω εγώ.»
«Θα σε ευλογήσει ο Αλλάχ για την καλή σου πράξη.»
«Τι να το κάνω αυτό άμα έχω πεθάνει;;; Σίγουρα με μισεί άλλωστε. Κοίτα με, είμαι στη μέση τη ερήμου, μες στο πουθενά.»
Έτσι σκληρά απάντησε ο κάκτος.
Ο Βεδουίνος κοίταξε το κάκτο και είπε:
«Μα δε με λυπάσαι;;;»
«Όχι!!! Γιατί να σε λυπηθώ;;; Επειδή είσαι βεδουίνος;;;»
«Όχι, επειδή πεθαίνω και έχω ανάγκη από το νερό σου»
Ο κάκτος για πρώτη φορά ίσως στη ζωή του κάθισε και σκέφτηκε.
«Αν τον αφήσω να πιεί θα ζήσει και θα συνεχίσει την πορεία του αλλά είναι αμφίβολο αν θα τα καταφέρω εγώ μετά να επιβιώσω. Το πιθανότερο είναι να ξεραθώ.»
«Λοιπόν;;;» έκανε ο βεδουίνος που είδε κάπως σκεφτικό τον κάκτο.
«Λοιπόν όχι!!!»
«Ο Βεδουίνος λιποθύμησε και είναι σίγουρο πως θα έφευγε απ τη ζωή αν δεν παρουσιαζόταν ένας άγγελος να του δώσει νερό.
«Πιές» είπε ο άγγελος στον μισολιπόθυμο βεδουίνο.
Ο κάκτος είχε μείνει έκπληκτος από την εμφάνιση του αγγέλου. Η λαμπρότητα αυτού του Θείου όντος ήταν απερίγραπτη. Ήταν ένα ακτινοβόλο σώμα απίστευτης ομορφιάς και κάλλους. Ναι αυτό το έβλεπε. Ίσως ήταν η πρώτη φορά που ο κάκτος δε μισούσε κάτι. Ένιωθε έναν απέραντο θαυμασμό γι’ αυτόν τον υπηρέτη του Θεού.
Ο Βεδουίνος ήπιε από το φλασκί που του έδωσε ο Άγγελος.
Ο άγγελος κοίταξε τον κάκτο και είπε:
«Καταραμένε!!! Όλη αυτή η ζωή σου ήταν μια δοκιμασία από το Θεό. Τώρα, ήταν η υπέρτατη δοκιμασία, να θυσιαστείς για έναν άνθρωπο αλλά δε το κατάλαβες!!! Από δω και στο εξής κανένα πλάσμα δε θα σε αγγίζει. Θα έχεις πάνω σου βελόνες αιχμηρές που θα δείχνουν την δυσαρέσκεια του Θεού για σένα.
Και έτσι έγινε. Ο Κορμός του κάκτου, που πριν δεν είχε αγκάθια, άρχισε να τις βγάζει δω και κει.
«Όχι, δε θέλω.....» φώναξε όλο απόγνωση.
Μα ήταν πολύ αργά!!! Από τότε ο κάκτος μετανιωμένος που δεν άφησε να πιεί ο βεδουίνος προσπαθεί να επανορθώσει με όποιο τρόπο μπορεί.